“Η εκπαίδευση σε περιβάλλον όπου ακούγεται συνεχώς «ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΕΣΑΙ;» μπορεί να μας κάνει να αμφιβάλουμε για όλες τις πρωτοβουλίες μας και έτσι κινδυνεύουμε να σβήσουμε όλες τις επιθυμίες μέσα μας, πριν καν προλάβουμε να τις εκφράσουμε.»

Φρανσουάζ Ντολτό

«Μαμά, γιατί πρέπει να κάνω ωραία γράμματα;», ρώτησε τις προάλλες ο γιος μου και δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Η αλήθεια είναι πως δεν με ενδιαφέρει καθόλου να κάνει ωραία γράμματα. Με ενδιαφέρει να κάνει τα δικά του γράμματα. Να είναι τα γράμματά του αποτέλεσμα της δικής του προσπάθειας και της δικής του θέλησης και να υπηρετήσουν τον σκοπό που επιθυμεί εκείνος.

Επίσης, γνωρίζω ότι πολλά παιδιά δεν μπορούν να κάνουν ωραία γράμματα όσο κι αν το θέλουν, όσο και αν το προσπαθούν. Με πνίγει αυτή μας η αδικαιολόγητη απαίτηση μας, όπως και πολλές άλλες απαιτήσεις που έχουμε εμείς από τα παιδιά μας και που έχει η κοινωνία από εμάς. Αν κάποιος διαφωνήσει μαζί μου, θα του έλεγα πως έχω πάει πολλές φορές σε φαρμακείο συνταγογράφηση από γιατρό και ο φαρμακοποιός δεν μπορούσε να καταλάβει τι έγραφε. Ποιος είναι ο πλέον επιτυχημένος, διαβασμένος και αναγνωρισμένος στην κοινωνία μας, αν όχι ο γιατρός; Οπότε εν τέλει πόσο δικαιολογείται αυτή η τρομερή αγωνία μας για τα στρογγυλά άλφα και για το αν θα βγουν λίγο από τη γραμμή;

Τα όσα γράφω δεν στοχοποιούν σε καμία περίπτωση τους γονείς που θέλουν να βοηθήσουν τα παιδιά τους ή τους δασκάλους, που είναι φυσικό να έχουν κάποιες απαιτήσεις από τους μαθητές τους. Οι προβληματισμοί μου αφορούν ιδέες και νόρμες που θεωρούμε δεδομένες, ενώ κατά τη γνώμη μου δεν θα έπρεπε.

«Δεν πρέπει ένα παιδί να κάνει οπωσδήποτε ένα άθλημα;», ακούω συνεχώς από γονείς που τρέχουν όλη την εβδομάδα για τις δραστηριότητες των παιδιών τους. «Εφόσον το επιθυμεί το ίδιο», απαντώ.

Έχουμε φτάσει σε μια εποχή όπου παιδιά έξι χρονών έχουν ήδη απορρίψει το κολυμβητήριο, το τένις, τη ζωγραφική και οι γονείς γκρινιάζουν επειδή δεν έχουν όρεξη να μάθουν πιάνο. Γιατί τους στερούμε τη δυνατότητα να επιθυμήσουν και να ανακαλύψουν κάτι μόνα τους;

Τα παιδιά είναι γεμάτα δυνατότητες, όταν τους προσφέρουμε ελευθερία και σωστά όρια. Τα παιδιά έχουν μέσα τους την ανάγκη και την ικανότητα για τη δημιουργία. Ένα παιδί πρέπει να αγαπήσει ένα τραγούδι, να το τραγουδήσει πολλές φορές, να παθιαστεί, να φανταστεί τον εαυτό του να παίζει μουσική κι ύστερα να ζητήσει να μάθει μουσική. Και το τι θα επιθυμήσει ένα παιδί, σε ποιο τομέα θα είναι ικανό δεν είναι κάτι που θα το επιβάλουμε εμείς. Δεν είναι στο χέρι μας. Αν πάλι κάποιος γονιός διαφωνήσει, θα τον ρωτήσω γιατί ο ίδιος δεν παίζει πιάνο, δεν έγινε αθλητής, ζωγράφος, μουσικός, σπουδαίος επιστήμονας. Αν είναι τόσο απλό, ας το κάνει πρώτα ο ίδιος.

Ο κόσμος φαντάζει μερικές φορές σαν ένα τεράστιο «πρέπει» και οι άνθρωποι κινούνται μέσα του σαν υπνωτισμένοι, σαν ρομπότ ή σαν να μην κατανοεί ο καθένας πως του αξίζει να χαίρεται και να είναι ο εαυτός του. Απαγορεύεται να έχεις ρυτίδες, να γερνάς, απαγορεύεται δηλαδή το σώμα μας να ακολουθεί τη φυσική του πορεία. Βοηθά το να φροντίζουμε τον εαυτό μας και να νιώθουμε όμορφα, όμως όταν αυτό το «απαγορεύεται» γίνεται εμμονή, ο άνθρωπος είναι βαθιά δυστυχής και δυσλειτουργεί.

Ακραία έκφανση αυτού του φαινομένου είναι οι διατροφικές διαταραχές που σε παλιότερες εποχές δεν υπήρχαν. Η εμμονή με την εμφάνιση, με την τελειότητα, ο ναρκισσισμός χωρίς νόημα σήμερα έχει φτάσει σε άλλα επίπεδα. Σου δίνει χαρά το να βλέπεις τον εαυτό σου σε φωτογραφία με ένα φίλτρο, που σε κάνει αψεγάδιαστο. Όμως, δεν είσαι εσύ. Παίρνεις χαρά για σένα κοιτάζοντας κάτι που δεν είσαι εσύ. Περιμένεις να θαυμάσουν οι άλλοι κάτι που δεν είσαι εσύ. Η χαρά είναι τόσο ψεύτικη όσο και η εικόνα που έχει αλλοιωθεί.

Μπαίνοντας πια στη μέση ηλικία έχω φτάσει στο σημείο να χωρίζω τους ανθρώπους σε δύο κατηγορίες.

Στην πρώτη ανήκουν οι άνθρωποι που δέχονται όλα αυτά τα πρέπει σαν κάτι εντελώς δεδομένο. Που σπουδάζουν επειδή πρέπει βρίσκουν μια δουλειά εκεί που πρέπει και παντρεύονται επειδή πρέπει, που καλούν στον γάμο τους αυτούς που πρέπει και κάνουν παιδιά επειδή πρέπει και μετά πρέπει να δώσουν στα παιδιά τους αυτό που πρέπει και να τα κάνουν όπως πρέπει.

Στη δεύτερη κατηγορία υπάρχουν οι άνθρωποι που κάνουν αυτό που θέλουν. Δεν εννοώ φυσικά, αυτούς που κάνουν αυτό που θέλουν χωρίς να υπολογίζουν τους άλλους, τους εγωιστές, αυτούς που δεν σέβονται ή τους κακομαθημένους. Εννοώ, αυτούς που αγαπούν κάτι και αφιερώνονται εκεί, που παίρνουν αληθινή χαρά από αυτό, που αγωνίζονται να δώσουν στον κόσμο κάτι που αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει σε αυτόν ή να αλλάξουν κάτι σε αυτόν.

Αυτούς που αμφισβητούν και προβληματίζονται και θυμώνουν και φυσικά δεν είχαν ποτέ έτοιμες απαντήσεις αλλά τις έμαθαν μέσα από λάθη, αποτυχίες, ματαίωση.

Στην πραγματικότητα βέβαια οι περισσότεροι βρισκόμαστε σε ένα φάσμα ανάμεσα σε αυτές τις κατηγορίες. Οι περισσότεροι καλούμαστε να κάνουμε συμβιβασμούς στη ζωή μας και άλλες φορές φορές αμφισβητούμε, αγανακτούμε, ονειρευόμαστε κάτι καλύτερο.

«Cause we are living in a world of fools

When they all should let us be”, λέει ένα παλιό τραγούδι των Bee Gees.

Δεν πιστεύω πως μπορούμε να επαναστατήσουμε μαζικά και να καταργήσουμε τις κοινωνικές συμβάσεις διεκδικώντας τη ζωή, τα όνειρα, τη χαρά της ζωής. Οι συμβάσεις δίνουν σε μια κοινωνία τη συνοχή.

Όμως, πιστεύω πως μπορούμε να υπάρχουμε πιο ελεύθερα, πως μπορούμε να επιτρέπουμε στα παιδιά μας να υπάρχουν ελεύθερα έτσι ώστε να ανακαλύψουν τον αληθινό τους εαυτό. Γι’ αυτό και θέλω να αρχίσω να βλέπω στην τηλεόραση ρυτίδες και όχι παραμορφωμένα, αλλόκοτα πρόσωπα και στα παιδικά τετράδια γραμματάκια που καμιά φορά χορεύουν στις γραμμές και όχι ντροπή.