Η Γη της Ελιάς επόμενα επεισόδια: Ο Μάνος πηγαίνει στο σπίτι για να πάρει κάποια ρούχα για την Μαρίνα και αναλαμβάνει να μιλήσει στην μικρή Αγγελική που κλαίει απαρηγόρητη για το αδερφάκι της που πέθανε…. Διαβάστε πρώτοι στο pythia.gr όλα όσα θα δούμε και όλες τις εξελίξεις στη Γη τη ελιάς.
Γη της Ελιάς: ο Μάνος παλεύει να δώσει δύναμη στην Μαρίνα…
Η Μαρίνα βυθισμένη στη θλίψη της θυμάται τις όμορφες στιγμές όταν ψώνιζαν με τον Μάνο για το μωρό που περίμεναν με τόση λαχτάρα. Την ίδια ώρα, ο Μιλτιάδης πηγαίνει εκνευρισμένος να συναντήσει τον Σωτήρη: «Τελευταία φορά που ζητάς να με δεις πουλώντας τσαμπουκά! Κόφτο!», του ξεκαθαρίζει. «Κι εσύ πάψε να το παίζεις Πόντιος Πιλάτος και βόηθα με να τελειώσω τον Φίλιππο Στεφανέα! Γι αυτό ήρθες εδώ», του απαντάει ο Σωτήρης και κουβέντα στη κουβέντα ο Μιλτιάδης ορμάει και τον αρπάζει…
Τα τραγικά νέα για την Μαρίνα κάνουν τον γύρο της Αρεόπολης και όλοι σπεύδουν να συμπαρασταθούν σε εκείνη και την οικογένεια της. Και τα νέα, όμως, του Δημοσθένη, για την έξοδο του στην ταβέρνα του Χρήστου, με την νεαρή κοπέλα, γίνονται σύντομα γνωστά. «Δεν είμαστε καλά! Τσίπα δεν έχει καθόλου πάνω του;; Δε σκέφτεται που ρεζιλεύει τη γυναίκα του φόρα παρτίδα;;;!!», αναρωτιέται ο Λυκούργος.
Την ίδια ώρα, ο Μάνος πηγαίνει στο σπίτι για να πάρει κάποια ρούχα για την Μαρίνα και αναλαμβάνει να μιλήσει στην μικρή Αγγελική που κλαίει απαρηγόρητη για το αδερφάκι της που πέθανε. «…Η μαμά ονειρευόταν να το κρατήσει στην αγκαλιά της και να το φέρει σπίτι μας..και τώρα θα γυρίσει και η αγκαλιά της θα είναι άδεια..Θα την γεμίσουμε εμείς με αγάπη αλλά στην αρχή μπορεί να μην φτάνει..φως..Και είμαι σίγουρος ότι η δικιά σου τρυφερότητα θα είναι το καλύτερο φάρμακο.. η μαμά ξέρει πόσο την χρειαζόμαστε..θα έρθει ξανά κοντά μας και κάποια στιγμή θα είναι όλα όπως πριν… αλλά θέλω να δείξεις υπομονή και κατανόηση σαν μεγάλο παιδάκι! Ναι αγάπη μου;;;», της εξηγεί και η Αγγελική τον αγκαλιάζει αμίλητη.
Το βράδυ, η Δήμητρα πηγαίνει στο σπίτι του Ορέστη και του μιλάει ειλικρινά: «Ήμουνα έτοιμη να γυρίσω σελίδα από τον Κίμωνα. Και ναι, ένιωσα έλξη για σένα και κατά κάποιο τρόπο την νιώθω ακόμα. Αλλά από την ώρα που έμαθα, σε μπερδεύω μέσα μου με κείνον.. Δεν μπορώ να σε αγκαλιάζω και να ξέρω ότι χτυπάει στο στήθος σου η καρδιά του. Δηλαδή νομίζω ότι κάποιος μου κάνει πλάκα. Αντί αυτό να με τραβάει, με τρομάζει..», του ομολογεί κι εκείνος την ρωτάει αν έχει πιστέψει ότι δεν ήξερε τίποτα. «Ναι..και σου έχω ξαναπεί ότι, από κείνη την ώρα, αυτό με τρόμαξε περισσότερο!», του απαντά και ο Ορέστης της προτείνει να μην το συζητήσουν ποτέ ξανά γι’ αυτό το θέμα…
Πίσω στο νοσοκομείο, ο Μάνος παλεύει να δώσει δύναμη στην Μαρίνα, αλλά εκείνη δεν είναι σε θέση να ακούσει. «Δεν έχω κουράγιο ν’ ασχοληθώ με κανέναν προς το παρόν..», του λέει και ο Μάνος της δείχνει μια ζωγραφιά που έκανε η Αγγελική κι από κάτω γράφει «Σε αγαπάω μαμά». Βουρκώνουν και οι δύο, αλλά ο Μάνος γυρίζει το πρόσωπο του για να μην τον δει. Την επόμενη ημέρα, η Μαρίνα παίρνει εξιτήριο και επιστρέφει στο σπίτι. Κλείνεται στο δωμάτιο της και αρνείται ακόμα και να φάει. Ανοίγει το συρτάρι με τα μωρουδιακά ρούχα, παίρνει ένα φορμάκι αγκαλιά, ξαπλώνει στο κρεβάτι και σπαράζει…
Η Χάιδω πηγαίνει στο σπίτι του Λυκούργου για να αφήσει πορτοκάλια κι εκείνος σπεύδει να την βοηθήσει. «Θα τα φέρω μετά!», του λέει, αλλά ο Λυκούργος επιμένει και της ζητά να ανοίξει το πορτ μπαγκάζ. «Στάσου εκεί να στα δώσω!», λέει η Χάιδω και καθώς σηκώνει τις σακούλες με τα πορτοκάλια, ο Λυκούργος βλέπει μια καραμπίνα. «Γιατί κυκλοφορείς με την καραμπίνα Χάιδω;;;», την ρωτά άναυδος…
Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, ο Πότης γυρίζει την ταμπέλα που λέει «ΚΛΕΙΣΤΟΝ» και κλειδώνει την πόρτα του καφενείου, λέγοντας στην Άννα: «Θα κλείσουμε σήμερα που είναι ειδική περίσταση κι από αύριο βλέπουμε.. θ’ αποφασίσουμε μαζί», της ανακοινώνει και συνεχίζει: «Θέλω να είσαι σοβαρή, αμίλητη, γιατί αν δεν το κάμω τώρα, δεν θα το κάμω ποτέ..». Στη συνέχεια ανάβει ένα κερί και ζητάει από την Άννα να βγάλουν τις ποδιές τους, κι εκείνη τον κοιτά έκπληκτη καθώς την βγάζει. «Κάπως καλύτερα..λοιπόν..Κορωνίτσα μου..», λέει ο Πότης και βγάζει από την τσέπη του ένα κόκκινο βελουτέ κουτάκι, που μέσα έχει ένα μονόπετρό. «Θα με παντρευτείς; Αν πεις όχι, θα αυτοκτονήσω με τσίπουρο!», λέει και η Άννα τον κοιτάζει άναυδη, αμίλητη και σοβαρή…