Από την έντυπη έκδοση

Του Νίκου Μπέλλου

Ολοκληρώθηκε χθες οριστικά η υιοθέτηση Μηχανισμού Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης, ενώ στις 18 Φεβρουαρίου θα δημοσιευθεί στην επίσημη εφημερίδα της Ε.Ε. και από την επόμενη μέρα θα ξεκινήσουν επίσημες διαπραγματεύσεις της Κομισιόν με τα κράτημέληγια τη διαμόρφωση των εθνικών σχεδίων. Η προικοδότηση του Μηχανισμού ανέρχεται σε 672,5 δισ. σε επιχορηγήσεις και δάνεια από τα συνολικά 750 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης. Το 70% των 672,5 δισ. θα εγκριθεί μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, ενώ το υπόλοιπο 30% θα διανεμηθεί στα κράτη-μέλη στο τέλος του 2022 με βάση την κατάσταση των οικονομιών τους.

Το 70% των πόρων του Μηχανισμού που θα εγκριθεί τώρα για την Ελλάδα ισοδυναμεί με 13,518 δισ. σε επιχορηγήσεις, χρήματα που θα αρχίσουν να εκταμιεύονται σταδιακά στη χώρα μας από τους επόμενες μήνες, μαζί με μια προκαταβολή που θα φτάσει τα2,1 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, μετά την έγκριση του Μηχανισμού από την Ευρωβουλή, στα μέσα της εβδομάδας, προχθές το βράδυ επικυρώθηκε και από το Συμβούλιο Υπουργών μέσω γραπτής διαδικασίας. Χθες το πρωί τον νέο κανονισμό υπέγραψαν στις Βρυξέλλες ο πρόεδρος της Ευρωβουλής, Ντάβιντ Σασόλι, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο πρωθυπουργός της Πορτογαλίας, Αντόνιο Κόστα, ως εκπρόσωπος της εκ περιτροπής προεδρίας της Ε.Ε.

Οι συζητήσεις με τα κράτη-μέλη

Μετά την υπογραφή της νομικής πράξης, το επόμενο βήμα είναι η δημοσίευση του κανονισμού στην επίσημη εφημερίδα της Ε.Ε., αυτό θα γίνει την προσεχή Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου, ενώ όπως ανέφερε χθες η κ. Φον ντερ Λάιεν, η εξέλιξη αυτή θα σηματοδοτήσει την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων της Κομισιόν με τα κράτη-μέλη για τα εθνικά σχέδια. Η Κομισιόν ήδη βρίσκεται σε προχωρημένες συζητήσεις με 19 κράτη-μέλη (και την Ελλάδα), και σε προκαταρκτικές συζητήσεις με τα υπόλοιπα. Σύμφωνα με την Ευρωπαία αξιωματούχο, οι συζητήσεις αφορούν τα ποσά των διαφόρων επενδύσεων που βρίσκονται στα εθνικά σχέδια και τα οποία για κάποιες χώρες ξεπερνούν το 2% του ΑΕΠ τους. Συζητούνται επίσης οι προϋποθέσεις για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, καθώς και οι μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να κάνει κάθε χώρα. Ενδεικτικά, αναφέρθηκε σε μια γκάμα μεταρρυθμίσεων, όπως στον δημοσιονομικό τομέα, στην αγορά εργασίας, στη φορολογία, στην κοινωνική ασφάλιση ή στις δημόσιες προμήθειες. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις συνδέονται με επενδύσεις, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά, τόνισε.

Προκαταβολή μέχρι το τέλος του 2021

Σε σχέση με τη διανομή του 70%, η Επιτροπή θα εγκρίνει τις εκταμιεύσεις σταδιακά μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2022. Η προκαταβολή του 13% θα πρέπει να δοθεί στα κράτη-μέλη κατόπιν αιτήματός τους μέχρι το τέλος του 2021. Από την 1η Ιανουαρίου 2023 μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους η Κομισιόν θα προχωρήσει σε διάθεση και του υπόλοιπου 30%, το οποίο σε τρέχουσες σημερινές τιμές θα φτάσει σε επιχορηγήσεις τα 103,508 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα από το παραπάνω ποσό θα μπορούσε να πάρει 4,255 δισ. ευρώ. Το τελικό ποσό θα βγει μετά την εξέταση της πορείας μιας σειράς δεικτών, όπως η μεταβολή του ΑΕΠ για το 2020 και η συγκεντρωτική μεταβολή του πραγματικού ΑΕΠ για την περίοδο 2020-2021.

Αναφορικά με τα δάνεια, στα οποία θα κάνουν χρήση κάποιες χώρες (στην Ελλάδα αναλογούν 12,5 δισ. ευρώ), η διορία για την υποβολή αιτήματος λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2023. Ωστόσο, ο κανονισμός προβλέπει ότι ένα κράτος-μέλος μπορεί να ζητήσει δανειακή στήριξη ταυτόχρονα με την υποβολή σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Στην περίπτωση αυτή, το αίτημα συνοδεύεται από αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας το οποίο περιλαμβάνει πρόσθετα ορόσημα και στόχους.

Ειδικότερα, στο αίτημα δανειακής στήριξης από κράτος-μέλος προσδιορίζονται: α) οι λόγοι για τους οποίους ζητείται δανειακή στήριξη, αιτιολογημένοι με βάση τις αυξημένες ανάγκες χρηματοδότησης που συνδέονται με πρόσθετες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, β) οι πρόσθετες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, γ) το αυξημένο κόστος του οικείου σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας σε σύγκριση με το ποσό των χρηματοδοτικών συνεισφορών (επιχορηγήσεις) που έχει κατανεμηθεί.

Ο μέγιστος όγκος της δανειακής στήριξης για κάθε κράτος μέλος δεν υπερβαίνει το 6,8% του ΑΕΠ του το 2019 σε τρέχουσες τιμές. Κατά παρέκκλιση και εφόσον υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι, σε εξαιρετικές περιπτώσεις το ποσό της δανειακής στήριξης μπορεί να αυξηθεί. Το δάνειο καταβάλλεται σε δόσεις υπό την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνονται τα ορόσημα και οι στόχοι.