Φρένο στη νέα «φούσκα» των ΑΠΕ θα επιδιώξει να βάλει το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καθώς τόσο οι αρμόδιοι φορείς όσο και η ίδια η αγορά διαπιστώνει ότι η «υπερθέρμανση» που παρατηρείται υπονομεύει την ανάπτυξή της. Το πρόβλημα επικεντρώνεται κυρίως στον κλάδο των φωτοβολταϊκών που συγκεντρώνει και το υψηλότερο επενδυτικό ενδιαφέρον. Μετά την πληθώρα αιτήσεων για ισχύ από έργα ΑΠΕ 45,55 GW στον κύκλο του Δεκεμβρίου, πρόσθετο επενδυτικό ενδιαφέρον για έργα ισχύος 8,8 GW κατατέθηκε στη ΡΑΕ στον κύκλο του Φεβρουαρίου. Τη μερίδα του λέοντος και σε αυτόν τον κύκλο συγκεντρώνουν τα φωτοβολταϊκά με ισχύ 6 GW, ενώ τα αιολικά συγκεντρώνουν ισχύ 2,65 GW.
Η πραγματική εικόνα του επενδυτικού ενδιαφέροντος, ωστόσο, υπολείπεται κατά πολύ αυτού που αποτυπώνεται στις αιτήσεις.
Αν και είναι νωρίς ακόμη για ασφαλή συμπεράσματα, οι εκτιμήσεις που διατυπώνονται για τον κύκλο του Δεκεμβρίου κάνουν λόγο για ένα μεγάλο αριθμό «πλασματικών αιτήσεων» που μπορεί να φτάνει και τα 10 GW. Οι εκτιμήσεις στηρίζονται στα δεδομένα των αντιρρήσεων που έχουν φτάσει στη ΡΑΕ από επενδυτές και φορείς κυρίως για το θέμα των επικαλύψεων γης, αφού δεν έχει ξεκινήσει ακόμη η διαδικασία αξιολόγησης για τις βεβαιώσεις άδειας παραγωγού.
Το φαινόμενο των επικαλύψεων, να καταθέτει δηλαδή αίτηση για εγκατάσταση φωτοβολταϊκού στην ίδια έκταση πάνω από ένας επενδυτής, που απασχόλησε τη ΡΑΕ και στους προηγούμενους κύκλους αιτήσεων, φαίνεται να έχει διογκωθεί με την ενίσχυση του επενδυτικού ενδιαφέροντος και την ένταση του ανταγωνισμού κι αυτό γιατί το υφιστάμενο πλαίσιο δεν καθιστά σε αυτή τη φάση υποχρεωτικό κάποιο τεκμήριο από πλευράς των επενδυτών για τη χρήση γης. Έτσι, εμφανίζονται αιτήσεις από επενδυτές για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις ίδιες εκτάσεις. Στην περίπτωση που κάποια έχει εξασφαλίσει από πριν κάποιο προσύμφωνο με τους ιδιοκτήτες γης, τα πράγματα είναι πιο απλά, αφού το θέμα επιλύεται μεταξύ των εταιρειών με αυτή που δεν έχει διασφαλίσει κάποιο τίτλο να υποχωρεί.
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που κανένας επενδυτής δεν διαθέτει κάποιο τίτλο ιδιοκτησίας ή ακόμη χειρότερα και περιπτώσεις όπου οι ιδιοκτήτες γης ανακαλύπτουν εκ των υστέρων ότι το κτήμα τους το έχει δεσμεύσει κάποια εταιρεία για να εγκαταστήσει φωτοβολταϊκά πάρκα χωρίς καν να τους έχει απευθυνθεί.
Το δεύτερο πρόβλημα που οδηγεί σε επενδυτική «φούσκα» είναι επίσης η απουσία υποχρέωσης απόδειξης κάποιας οικονομικής επιφάνειας του επενδυτή που να πιστοποιεί ότι είναι πράγματι σε θέση να υλοποιήσει τα έργα για τα οποία καταθέτει αίτηση.
Το υπουργείο προωθεί παρεμβάσεις και στα δύο αυτά σκέλη, για τις οποίες μάλιστα εξετάζει τη δυνατότητα αναδρομικής ισχύος, ώστε να ελαφρύνει και το δύσκολο έργο της ΡΑΕ αλλά κυρίως να ξεκαθαρίσει το τοπίο σε σχέση με τις «πλασματικές» επενδύσεις σε ένα αρχικό στάδιο, διευκολύνοντας τον δρόμο για την ταχύτερη υλοποίηση των πραγματικών επενδύσεων. Αυτό που εξετάζεται είναι αφενός η θεσμοθέτηση της υποχρέωσης κάποιου προσυμφώνου για τη χρήση γης με την κατάθεση της αίτησης και αφετέρου η έκδοση εγγυητικής επιστολής.
Παράλληλα, η ΡΑΕ και σε μια προσπάθεια να βάλει μια πρώτη τάξη στο θέμα του χωροταξικού μέχρι να ολοκληρωθεί το θεσμικό πλαίσιο, προχωράει σε διαγωνισμό για την πρόσληψη εξειδικευμένου συμβούλου που θα υποδείξει σε ποιες περιοχές μπορούν να εγκατασταθούν οι διάφορες τεχνολογίες ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά, αιολικά κ.λπ.) και βάσει αυτών να προχωρήσει στη συνέχεια στην αναμόρφωση του γεωπληροφοριακού της χάρτη, τον οποίο συμβουλεύονται οι επενδυτές για να χωροθετήσουν από μόνοι τους έργα, στη λογική του «όποιος προλάβει και βλέπουμε».
Ως ανάχωμα στην υπερπληθώρα έργων θα λειτουργήσει, όπως εκτιμούν αρμόδιοι παράγοντες, και ο επόμενος διαγωνισμός που θα υλοποιήσει η ΡΑΕ τον Μάιο για 350 MW. Παρότι η Αρχή δεν θα έχει προλάβει να αξιολογήσει τις 1.857 νέες αιτήσεις, εκτιμάται ότι οι τιμές που θα διαμορφωθούν από τους «παίκτες» που θα συμμετέχουν, θα είναι χαμηλές, καθώς πλέον ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος, και έτσι θα αποθαρρυνθούν πολλοί από εκείνους που συμμετείχαν στον κύκλο Δεκεμβρίου, προσδοκώντας σε υψηλά κέρδη.