Ο Χρήστος έχει μόλις κάνει ταμείο στην ταβέρνα και η Αριάδνη τον πλησιάζει. Εκείνος κοιτάει το ρολόι του και της λέει πως απόψε δεν μπορεί να πάνε στον ξενώνα. Έτσι, βάζει κρασί σε δύο ποτηράκια και κάθονται για λίγο εκεί. «Θα ήθελα να περνάμε περισσότερο χρόνο μαζί. Όχι εδώ μόνο, κατάλαβες τι εννοώ» του λέει κι εκείνος της απαντά: «Ναι.. Κι εγώ το θέλω… μου λείπεις μέσα στη μέρα. Πιάνω τον εαυτό μου να σε σκέφτεται…» χαϊδεύοντας τρυφερά το χέρι και κοιτώντας την στα μάτια..
Διαβάστε πρώτοι στο pythia.gr όλα όσα θα δούμε και όλες τις εξελίξεις στη Γη τη ελιάς.
Η Μαρίνα γνωρίζοντας πλέον για την σχέση της Δήμητρας με τον Κουράκο, βλέπει την κοκκινομάλλα να βγαίνει από το σπίτι του αστυνόμου και θεωρεί ότι εκείνος απατά την φίλη της.
Την ίδια ώρα, η Αθηνά λέει στον Μάνο για την θρασύτατη επίσκεψη της Αμαλίας, ενώ η Αρετή πηγαίνει να πετάξει κόλλυβα έξω από το σπίτι της Ιουλίας. «Σ’ αρέσει μωρή χουγιασμένη; Αυτά παθαίνεις όταν κλέβεις ξένους άντρες! Κόλλυβα σου αξίζουν και νεκρολούλουδα! Που να σου ‘ρθει αζουδία σκοτεινή κι η τύχη σου να αλλάξει! Χαρχάλω! Τα σκατοψύχια μου απλόχερα σου δίνω κι όλα της μοίρας τα κακά… κι όταν θα κλαις και θα σφαδάζεις, να σε έχουν όλοι χεσμένη! Ου να μου χαθείς! Φρόκαλο!», μονολογεί καθώς τα πετάει ρίχνει μια μούντζα και φεύγει.
Λίγο αργότερα, μαθαίνει από την Χρυσούλα ότι ο Στάθης με την Ιουλία είναι στην Αθήνα. Αφού ευχαριστήσει την Χρυσούλα για τα νέα που της είπε , παίρνει μια σακούλα με αυγά και φεύγει από το μαγαζί της, αφήνοντας εκεί την Αρετή. Πηγαίνει στο ανθοπωλείο της Μαρίνας: «Να πας να πεις στον πεθερό σου τον Ισίδωρο, να χαίρεται την αδερφή του τη ντώσα που πήγε και γκαστρώθηκε και περιμένει το μούλικο του Στάθη!Σα δεν ντρέπεστε όλοι να βλέπετε αυτά τα αίσχη και να κάνετε τουμπεκί! Η σιωπή, είναι συνενοχή! Φτου σας! Είστε όλοι μαγαριλάδες!», της λέει και η Μαρίνα της ζητάει να φύγει, διαφορετικά θα καλέσει την αστυνομία.
Η Αρετή φεύγει και στη συνέχεια πηγαίνει έξω από τον φούρνο του Τάσου και πετάει τα αυγά. «Βγες έξω, αναθεματισμένε!! Που είχες το θράσος να μου πάρεις βέρα και δώρο χρυσαφικό απ’ τα πανηγύρια! Ηλίθιο κατασκεύασμα!!», φωνάζει και καθώς ο Τάσος βγαίνει από τον φούρνο του έρχεται ένα αυγό κατακούτελα. «Αυτό ήταν! Φωνάζω την αστυνομία!!», της λέει, αλλά η Αρετή δεν σταματά να ωρύεται και συνεχίζει να πετάει αυγά. «Θα βρωμάει αβγουλίλα για πάντα το κωλομάγαζο σου! Άνθρωπος δεν θα πλησιάζει! Έπρεπε να το σκεφτείς πολύ πριν τα βάλεις με την Αρετή!», ουρλιάζει έξαλλη, ενώ ο Τάσος μπαίνει μέσα λέγοντας της: «Τώρα θα δεις»…