Ηλιούπολη: Αρνήθηκαν τα πάντα ο πατέρας και ο 39χρονος αστυνομικός – Άγνοια δήλωσε η μητέρα

Αρνήθηκαν τις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν στις απολογίες τους ενώπιον της 16ης τακτικής ανακρίτριας, ο πατέρας της 19χρονης που βίωσε τον απόλυτο εφιάλτη στην Ηλιούπολη και ο 39χρονος αστυνομικός ο οποίος τελεί σε αργία.

Μάλιστα, ο πατέρας της 19χρονης στο απολογητικό του υπόμνημα δήλωσε αθώος και υποστήριξε ότι οι καταγγελίες της 19χρονης ότι την βίαζε από την ηλικία των 11 μέχρι των 17 ετών είναι «προϊόν άδηλων ψυχοσυναισθηματικών διεργασιών της φερόμενης ως παθούσης κόρης μου».

Ο 54χρονος ζήτησε μάλιστα  την κατ’ αντιπαράσταση εξέταση του με την κόρη του, αλλά και την κλήση ως μάρτυρα του «δίδυμου αδελφού της που τυγχάνει αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας των οικογενειακών υποθέσεων», αλλά και της συζύγου του, προκειμένου να αποδειχθεί -όπως λέει- «η μία και μοναδική αλήθεια ότι υπήρξα αυστηρός γονέας με παραδοσιακές και ηθικές αρχές, αλλά όχι βιαστής, πατέρας ότι δούλευα σκληρά για την οικογένεια μου»

 

Ανάμεσα στους ισχυρισμούς του συμπεριλαμβάνεται και ένα ιατρικό ζήτημα που δεν θα του επέτρεπε να προχωρήσει σε τέτοιες ενέργειες, αφού όπως εξήγησε, εξαιτίας του θέματος αυτού, κατέφυγαν με τη σύζυγο του στη μέθοδο της εξωσωματικής. Μάλιστα, ζητά την εξέταση του από πραγματογνώμονα ψυχίατρο προκειμένου να διακριβωθεί το εάν είναι άτομο με παρεκκλίνουσα σεξουαλική συμπεριφορά.

Ο κατηγορούμενος υποστηρίζει ότι δήλωσε την εξαφάνιση της κόρης του στο αστυνομικό τμήμα Αργυρουπόλεως, γνωρίζοντας ότι θα τον καταγγείλει για βιασμό, καθώς -όπως υποστηρίζει- τον είχε απειλήσει. «Είναι δεδομένο ότι είχα προστρέξει στο Αστυνομικό Τμήμα Αργυρουπόλεως για να δηλώσω την εξαφάνιση της κόρης μου διότι ανά τακτά χρονικά διαστήματα έφευγε από το σπίτι και η ίδια η κόρη μου Με είχε διαμηνύσει ότι σε περίπτωση που θα την ψάξω θα δηλώσει ότι την έχω βιάσει».

Ο ίδιος κατηγορεί τη σύζυγο του ότι του απέκρυπτε πληροφορίες για τη 19χρονη, υποστηρίζοντας ότι: «Η σύζυγός μου αν και γνώριζε τις κινήσεις της, φρόντιζε εντέχνως να με παραπλανά και να μου αποκρύψει την αλήθεια. Είχα εκφράσει πλειστάκις την ανησυχία μου για τις επαφές της με κάποιον D. και η σύζυγος μου με διαβεβαίωνε ότι πρέπει να διαχειριστεί το θέμα η λογοθεραπεύτρια – εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής Ρ.Γ». Ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι δεν ήξερε πως η κόρη του είχε πέσει θύμα οργανωμένου κυκλώματος πορνείας, αφού «την υπεθαλπτε» η σύζυγος του, που -κατά τον ίδιο- γνώριζε καλά πρόσωπα και καταστάσεις.

Αναφερόμενος στην κατηγορία του βιασμού της κόρης του που του αποδίδεται, ο κατηγορούμενος διατύπωσε 4 ισχυρισμούς, προκειμένου να πείσει την ανακρίτρια ότι δεν έχει προβεί στην πράξη αυτή. Ειδικότερα, ισχυρίστηκε ότι:

  1. Είναι αδιανόητο, πραγματικά και νομικά αδύνατο να βιάζεται η κόρη μου από τα 11 έτη και να μην έχει εξομολογηθεί το τραυματικό και κακοποιητικό γεγονός είτε στην μητέρα της, είτε στο δίδυμο αδερφό της είτε στη λογοθεραπεύτρια της, είτε σε κάποια φίλη της, είτε σε δημόσια αρχή ή δομή.

  2. Τυγχάνει αδιανόητο το γεγονός να ενθυμείται τον βιασμό της από τον πατέρα της στα πλαίσια διερευνώμενης υπόθεσης για εμπορία ανθρώπων.

  3. Είναι δεδομένο ότι ως πατέρας επιχειρούσα να έχω τον έλεγχο των εφήβων παιδιών μου, ετύγχανα αυστηρός αλλά ουδέποτε μετείλθα σωματικής βίας σε βάρος τους και ουδέποτε υπήρξα βιαστής, άλλως πατέρας – τέρας όπως παρουσιάζομαι.

  4. Η εν λόγω καταγγελία είναι πασιφανώς εκβιαστική και εκπορεύεται από σκοτεινά κίνητρα Και θεωρώ ότι ο ρόλος της συζύγου μου τυγχάνει πολλαπλώς ύποπτος, αφού αυτή είχε στενές επαφές με τον προαγωγό της κόρης μου αστυνομικό και σε κάθε περίπτωση αν δεν υπεθαλπτε έκνομες ενέργειες, είχε γνώμης αυτών.

Στο τέλος του απολογητικού του υπομνήματος ο κατηγορούμενος ζητά να μην προφυλακιστεί και να αφεθεί ελεύθερος ή να του τεθούν περιοριστικοί όροι, καθώς -όπως λέει- «από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι συνιστώ παρούσα και δυναμική απειλή κατά της έννομης τάξης».

“Δε γνώριζα τι περνάει η κόρη μου”

Από την πλευρά της, η μητέρα της 19χρονης δήλωσε πλήρη άγνοια για όσα εφιαλτικά ζούσε το παιδί της και στο σπίτι τους αλλά και στη συνέχεια στο διαμέρισμα κολαστήριο της Ηλιούπολης. 

«Έχω μία κόρη την Δ., η οποία είναι δίδυμη με το γιο μου και μέχρι πριν περίπου ένα μήνα έμενε μαζί μας, αλλά μετά έφυγε και μένει στο σπίτι ενός παιδιού, με το οποίο έχει σχέση. Ξέρω ότι το παιδί αυτό το λένε (…), είναι πάνω από 30 χρονών, όπως μου έχει πει η κόρη μου και ότι είναι αστυνομικός» ανέφερε η μητέρα της 19χρονης και συμπλήρωσε «η κόρη μου έφυγε από το σπίτι πριν περίπου ένα μήνα, γιατί μάλωνε συνέχεια με τον πατέρα της. Ειδικά από την ηλικία των 16 χρονών και μετά μάλλον συνέχεια, σε καθημερινή σχεδόν βάση. Και τα δύο παιδιά μάλωναν με τον πατέρα τους, αλλά ειδικά η κόρη μου μάλωνε συνεχώς».

Αναφερόμενη στον χαρακτήρα του συζύγου της αλλά και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες διαβιώναν, η μητέρα της 19χρονης είπε: «Ο σύζυγος μου ήταν απότομος και πολύ αυστηρός με τα παιδιά, κυρίως από μία εγχείρηση που έκανε πριν 8-9 χρόνια και μετά. Από τότε έγινε πολύ αυστηρός, τους φώναζε συνέχεια και γι’ αυτό το λόγο μάλωνα και εγώ συνέχεια μαζί του. Γενικά είχαμε πολλά προβλήματα στο σπίτι και η κόρη μου, πριν ένα μήνα δεν άντεξε άλλο και έφυγε. Για να καταλάβετε πόσα προβλήματα υπήρχαν, κάποια στιγμή του είχα πει να πάει να δει ένα ψυχολόγο και αυτός μου έλεγε ότι δεν είναι τρελός και ότι εμείς πρέπει να πάμε να μας δει γιατρός».

Η γυναίκα υποστήριξε ότι επισκέφθηκε η ίδια τον παθολόγο του συζύγου της, ο οποίος της έδωσε ένα αγχολυτικό χάπι, το οποίο -όπως εξήγησε- άρχισε να παίρνει αλλά η κατάσταση δεν άλλαξε. «Τον τελευταίο καιρό ο άντρας μου με ρωτούσε συνέχεια που είναι η κόρη μας, αλλά εκείνη μου είχε ζητήσει να μην του πω τίποτα και να μην του πω που μένει» ανέφερε στην κατάθεση της και περιέγραψε τι συνέβη την ημέρα που αποκαλύφθηκε η ιστορία.

Μάλιστα, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η μητέρα της 19χρονης ήταν μπροστά στη σύλληψη του 39χρονου αστυνομικού. Συγκεκριμένα, στην κατάθεση της περιγράφει «στις 10 Ιουλίου με πήρε τηλέφωνο η κόρη μου από ένα κινητό που δεν ήξερα και μου είπε ότι το δικό της έχει χαλάσει και με καλεί από το σύντροφό της. Μου είπε ότι είναι καλά και δε μιλήσαμε πολύ ώρα. Μετά από λίγη ώρα με πήρε τηλέφωνο από το ίδιο κινητό ο σύντροφός της και μου είπε ότι η κόρη μου έφυγε από το σπίτι και δεν ξέρει που έχει πάει κι αν μπορώ να πάω από κει να μιλήσουμε. Εγώ αγχώθηκα, πήρα ένα ταξί και πήγα στο σπίτι του όπου με περίμενε μόνος και μου είπε ότι μαλώσανε και της έδωσε ένα χαστούκι και εκείνη έφυγε απ’ το σπίτι. Τον ρώτησα γιατί το έκανε αυτό και μου είπε ότι νευρίασε, γιατί την είδα με δύο νεαρούς έξω από το σπίτι».

Όπως ανέφερε η μητέρα της 19χρονης δε γνώριζε για τον εφιάλτη που βίωνε δίπλα στο 39χρονο αστυνομικό. «Η κόρη μου δε μου έχει πει κάτι όλο αυτό τον καιρό για την σχέση της με τον συγκεκριμένο άντρα. Δεν ξέρω αν περνούσε καλά ή οχι. Αν και προσπαθώ να είμαι κοντά της, αυτή πολλές φορές είναι κλειστή και δε μου έλεγε τι την απασχολεί. Της έλεγα να έρθεις σπίτι, ότι όλα θα πάνε καλά και θα ξεπεραστούν τα προβλήματα και οι τσακωμοί με τον πατέρα της, αλλά αυτή δεν το συζητούσε καν να γυρίσει και δεν ήθελε να δει τον πατέρα της και να ξέρει που βρίσκεται αυτός» ανέφερε στην κατάθεση της.