Δεν υπάρχει φράση που να προκαλεί περισσότερο άγχος για τους γονείς από «Οι ειδικοί λένε …» Με την πρώτη σκέψη που έρχεται στο νου (να είναι η) «πάλι κάτι κάνω λάθος».

Έρευνες για την σημασία που έχει μια οικογένεια να βρίσκονται όλα μαζί τα μέλη της στο τραπέζι το βράδυ έχουν γίνει πολλές, με τις περισσότερες να καταλήγουν στο συμπέρασμα πως είναι βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι στην σωστή διαπαιδαγώγηση και καλύτερη ψυχική υγεία των παιδιών.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Μια από τις πιο σημαντικές έρευνες έχει πραγματοποιηθεί από το Project EAT (Eating and Activity over Time). Υπεύθυνη της μελέτης ήταν η Νταϊάν Νιούμαρκ-Ζτάινερ καθηγήτρια και επικεφαλής του τμήματος Επιδημιολογίας και Υγείας του Πανεπιστημίου της Μινεσότα.

Η συγγραφέας του βιβλίου «“I’m, Like, SO Fat!”: Βοηθώντας τον έφηβο να κάνει υγιεινές επιλογές σχετικά με το φαγητό και την άσκηση σε έναν κόσμο που έχει εμμονή με το βάρος», είναι υπέρμαχος αυτής της ιδέας. «Προσωπικά πιστεύω ότι υπάρχει κάτι μαγικό όταν οι άνθρωποι τρώνε και περνάνε χρόνο μαζί».

Αναγνωρίζει, όμως, ότι ορισμένοι γονείς έχουν στο μυαλό τους το τέλειο δείπνο. Μόνο που η έννοια της τελειότητας και η αναζήτηση της μπορεί να φέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, προκαλώντας εκνευρισμό και άγχος στα μέλη της οικογένειας. Η ατμόσφαιρα γύρω από το τραπέζι είναι ζωτικής σημασίας. «Αν υπάρχουν καυγάδες ή αν υπάρχουν σχόλια για την ποσότητα φαγητού που πρέπει το παιδί να φάει, τότε αυτό δεν κάνει καλό σε κανέναν».

Κάτι που παρατηρείται τελευταία είναι και η προσέγγιση που έχουν όλο και περισσότεροι γονείς στο θέμα, κάνοντας οι ίδιοι ένα βήμα πίσω.

Όπως η δημοσιογράφος Λουίζ Γκλίσον της οποίας το άρθρο, «We Gave Up On Nightly Family Dinners Together – And I Feel Zero Guilt» (Βάλαμε τέλος στα βραδινά οικογενειακά τραπέζια – Και δεν έχω καθόλου ενοχές), αναφερόταν στο πώς εκείνη, ο σύζυγός της και τα τέσσερα παιδιά τους, έπαψαν να τρώνε όλοι μαζί το βράδυ και δημιούργησαν ένα διαφορετικό πρόγραμμα, που λειτουργεί καλύτερα για όλους.

«Είχα διαβάσει αυτά τα άρθρα ”οι ειδικοί λένε..” και ένιωσα ότι θα έπρεπε να έχω τρία χέρια για να τα κάνω όλα. Ένιωθα πίεση να δημιουργήσω ένα ιδανικό οικογενειακό δείπνο. Ταυτόχρονα γινόμουν μίζερη και αγχωνόμουν υπερβολικά μέχρι να καθίσουμε όλοι στο τραπέζι. Η θετική ατμόσφαιρα που ήθελα να μεταφέρω στα παιδιά μου είχε χαθεί. Δεν ήταν ευχάριστο για κανέναν».

«Συνειδητοποίησα ότι είχα πέσει στην παγίδα να σκέφτομαι ότι το βραδινό φαγητό είχε νόημα μόνο όταν τρώμε όλοι μαζί και το ίδιο φαγητό». Κάτι που την βοήθησε να αποκτήσει μια νέα και εντελώς διαφορετική νοοτροπία. «Το οικογενειακό δείπνο δεν είναι μια κατασκευή, είναι συναίσθημα». Αυτές τις μέρες, με τα παιδιά της ηλικίας από 11 έως 19 ετών, το βραδινό φαγητό δεν έχει καθορισμένη ώρα, ούτε επιβάλλεται να είναι όλοι μαζί στο τραπέζι. Κάτι που τους διευκολύνει όλους.

«Εάν κάποιο από τα παιδιά επιστρέψει στο σπίτι αργότερα, υπάρχει πάντα ένα πιάτο φαγητό στο φούρνο και ένας από εμάς μπορεί να καθίσει με ένα φλιτζάνι τσάι και να απολαύσει χρόνο μαζί του, κάνοντας του παρέα, ενώ τρώει».

«Στο σπίτι μας, η ώρα του φαγητού είναι η στιγμή που βρισκόμαστε μαζί και όχι φυλακή. Δεν χρειάζεται να εφαρμόσουμε την φόρμουλα που μας δίνει ένας ειδικός. Ακολουθούμε ένα πρόγραμμα που εμείς δημιουργήσαμε από κοινού και μας βολεύει όλους. Τρώμε μαζί την Κυριακή το μεσημέρι ενώ τα παιδιά έχουν αναλάβει το γλυκό εκ περιτροπής. Πρόκειται για μία στιγμή της εβδομάδας που όλοι χαιρόμαστε να μοιραζόμαστε και μας φέρνει πιο κοντά σαν οικογένεια».

Η ψυχολόγος Λι Σάμλερ που εργάζεται στο πανεπιστήμιο του Πέπερνταιν, κάνει λόγο για τον αρνητικό αντίκτυπο που μπορεί να έχει αυτή η «υποχρεωτική» διαδικασία.

«Δούλεψα με ασθενείς που έχουν νιώσει πολύ ντροπή όταν αναγκάστηκαν να φάνε ορισμένα φαγητά ή συγκεκριμένη ποσότητα. Καταλαβαίνω πως ο γονιός δεν μπορεί να είναι ο προσωπικός μάγειρας του καθενός. Αφαιρείς όμως από τον άλλο την ικανότητα να επιλέγει από ένστικτο. Είναι σημαντικό να αφαιρέσουμε από την εξίσωση, την έννοια της ντροπής».

«Σε αυτήν την εποχή, το βραδινό οικογενειακό τραπέζι συχνά δεν είναι ρεαλιστικό», πρόσθεσε, ενθαρρύνοντας μια πιο χαλαρή προσέγγιση. «Οι οικογένειες μπορούν να παραγγείλουν πίτσα το βράδυ της Παρασκευής ή να φάνε μαζί το Σαββατοκύριακο με προσκεκλημένους φίλους, γνωστούς ή συγγενείς. Αυτό μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη των μεταξύ τους σχέσεων, να μοιραστούν τις αγγαρείες που πρέπει να γίνουν πριν, κατά την διάρκεια αλλά και μετά το τραπέζι, δίνοντας τους έτσι την δυνατότητα να περάσουν περισσότερο χρόνο μαζί».

Η γιατρός Κάτια Ρόουελ και ειδικός σε θέματα διατροφής συμφωνεί και εκείνη με την διαφορετική και πιο χαλαρή προσέγγιση στο θέμα. «Μερικές φορές μπορούμε να απολαύσουμε ένα πιάτο φαΐ βλέποντας μια ταινία ή να οργανώσουμε ένα πικ-νικ στο πάρκο. Ισως δύο από τα αδέλφια φάνε αμέσως μετά τις αθλητικές τους δραστηριότητες με τον έναν γονιό, ενώ το τρίτο παιδί να φάει αργότερα με τον άλλο γονιό όταν επιστρέψει στο σπίτι. Πρέπει να υπάρχει καλή διάθεση και ευελιξία».

«Έχω δει τόσους πολλούς ανθρώπους που αισθάνονται ότι για να είναι καλοί γονείς πρέπει να ελέγχουν τι και πόσο τρώει το παιδί τους. Ο ”μπάτσος” θεωρεί τις συγκρούσεις φυσιολογικές κατά τη διάρκεια του γεύματος και οδηγεί σε γκρίνιες, δωροδοκίες, ανταμοιβές, διαπραγματεύσεις και δάκρυα. Οι ώρες του γεύματος πρέπει πρώτα απ′ όλα να μας φέρνουν πιο κοντά», εξηγεί η Λι Σάμλερ.

Ο συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο, «The Secrets of Happy Families: Improve your Mornings, Rethink Family Dinner, Fight Smarter, Go Out and Play» Μπρους Φάιλερ, υπογραμμίζει την σημασία της θετικής ατμόσφαιρας, όπως η Λουίζ Γκλίσον.Αφού συνειδητοποίησε ότι το οικογενειακό δείπνο «απλά δεν λειτουργεί» για όλους, μπήκε βαθύτερα στην έρευνα μέσω της ηχογραφημένης συνομιλίας κατά τη διάρκεια των γευμάτων.

Αυτό που βρήκε ήταν ότι υπήρχαν περίπου 10 λεπτά πραγματικής συνομιλίας κατά την διάρκεια του φαγητού και πιστεύει πως οι οικογένειες που μοιράζονται τον ίδιο χρόνο με άλλους τρόπους, μπορούν να βιώσουν τα ίδια οφέλη. «Δεν έχει να κάνει με το φαγητό, αλλά με την οικογένεια. Μπορούμε να απολαύσουμε τα θετικά ενός οικογενειακού τραπεζιού χωρίς να τρώμε μαζί κάθε βράδυ».

Σε παλαιότερη συνέντευξη του είχε πει ότι, «Η έρευνα δείχνει ότι μπορούμε να αφιερώσουμε 10 ή 15 λεπτά συνομιλίας, σε οποιαδήποτε ώρα της ημέρας με το ίδιο όφελος. Αν μπορούμε (αυτό) να γίνει κατά την διάρκεια του οικογενειακού τραπεζιού, ακόμα καλύτερα. Αν όχι μπορούμε για παράδειγμα να πιούμε τον πρωινό καφέ όλοι παρέα ή να απολαύσουμε το μεσημεριανό μας το Σαββατοκύριακο. Αυτό που μετράει είναι ο χρόνος που μοιραζόμαστε, όχι το σημείο. Είναι ο χρόνος σύνδεσης, αυτά τα 15 λεπτά συνομιλίας, αυτό είναι που έχει πραγματικά σημασία».

Η Λώρα Μπέλοους, καθηγήτρια στο τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής, στο πανεπιστήμιο του Κορνέλ διαπίστωσε μέσα από τη έρευνα ότι «το να είσαι παρών είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Όταν πρόκειται μόνο για το φαγητό, γίνεται κάτι άλλο. Σημασία έχει να μιλάμε, να ερχόμαστε σε επαφή με τον άλλο και κυρίως να μοιραζόμαστε τα συναισθήματα μας».