Για την αδυναμία της κυβέρνησης να διαχειριστεί την ακρίβεια και την ενεργειακή κρίση κάνουν λόγο τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ αναφέροντας ότι «επτά μήνες οι πολίτες πληρώνουν την ανοχή Μητσοτάκη στα όργια της ΔΕΗ και των καρτέλ. Οι λογαριασμοί ρεύματος γράφουν ένα όνομα: Κυριάκος Μητσοτάκης».

Χθες μάλιστα οι συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα έλεγαν ότι «το “θαύμα ” Μητσοτάκη, ο οποίος αναγκάστηκε μετά την πίεση του Αλέξη Τσίπρα να αναγνωρίσει την ύπαρξη υπερκερδών και αισχροκέρδειας, κράτησε μόλις 24 ώρες.

Σήμερα προφανώς κατόπιν πιέσεων των ιδιωτών μετόχων της ΔΕΗ και των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών, έβαλε άρον-άρον τον κυβερνητικό του εκπρόσωπο να μας πει ότι δεν υπάρχουν στοιχεία και ότι η ΡΑΕ τα συγκεντρώνει ακόμα.»

Τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης λένε ακόμα «ότι οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία δεν έχουν γίνει ακόμα ορατές στην αγορά. Και αυτή τη στιγμή οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες βρίσκονται στο φάσμα του λουκέτου στις επιχειρήσεις τους. Νοικοκυριά στενάζουν, ο μισθός παραμένει καθηλωμένος.»

«Η χώρα δεν μπορεί να προχωρήσει έτσι. Χρειάζεται ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, ανόρθωσης της κοινωνίας, στήριξης των μικρών και μεσαίων, αντιμετώπισης αυτού του πρωτοφανούς κύματος ακρίβειας» αναφέρουν χαρακτηριστικά τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και προσθέτουν: «Αντιμετώπισης της αισχροκέρδειας της ΔΕΗ με τα γαλάζια παιδιά και τα golden boys που παίρνουν μισθούς από 8.000 ως 28.000 ευρώ, αλλά και των ιδιωτών που θησαυρίζουν στην πλάτη του καταναλωτή.»

Οι ίδιοι άνθρωποι υποστηρίζουν ότι «μόνο μία κυβέρνηση προοδευτική, με κοινωνικό πρόσημο, που έχει στόχο και σχέδιο τη στήριξη της κοινωνίας με ισχυρή παρέμβαση του κράτους στην αγορά, μπορεί να αντιμετωπίσει αυτή τη δύσκολη κατάσταση. Δεν είναι αναγκαίο μονάχα να μειωθεί ο ΕΦΚ στα καύσιμα, ο ΦΠΑ στα τρόφιμα, να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός στα 800 ευρώ, αλλά πρέπει να μπει τώρα πλαφόν στην χονδρική τιμή πώλησης στην ενέργεια, στη λιανική τιμή δηλαδή στον καταναλωτή και να φορολογηθούν τα υπερκέρδη. Να στηριχθεί η κοινωνία για να μπορέσουμε να έχουμε προοπτική ως χώρα και ως λαός».