Τουλάχιστον 430 παράτυποι μετανάστες διέσχισαν την Δευτέρα τη Μάγχη προσπαθώντας να φτάσουν στη Βρετανία, σύμφωνα με το βρετανικό υπουργείο Εσωτερικών. Πρόκειται για νέο ημερήσιο ρεκόρ το οποίο σημειώθηκε την ώρα που το κοινοβούλιο εξετάζει ένα νομοσχέδιο αυστηροποίησης του συστήματος παροχής ασύλου.
Όπως μετέδωσε το BBC, σχεδόν 8.000 άνθρωποι με περίπου 345 πλοιάρια έχουν φτάσει στις ακτές της Βρετανίας από την αρχή του έτους, παρά την ανακοίνωση του Λονδίνου ότι θα κλείσει αυτή τη μεταναστευτική οδό και τις επανειλημμένες εκκλήσεις του Παρισιού να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο.
Σύμφωνα με τον διοικητή Νταν Ο’ Μαχόνεϊ, αρμόδιο για τη «μεταναστευτική απειλή» στη Μάγχη, η Βρετανία αντιμετωπίζει «μια απαράδεκτη άνοδο του διάπλου της Μάγχης με μικρά πλοιάρια εξαιτίας της ανόδου της παράτυπης μετανάστευσης στην Ευρώπη».
«Οι άνθρωποι θα πρέπει να ζητούν άσυλο στην πρώτη ασφαλή χώρα που φτάνουν και να μην θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή τους με αυτό τον επικίνδυνο διάπλου», τόνισε το βρετανικό υπουργείο Εσωτερικών.
Στο μεταξύ οι Βρετανοί βουλευτές εξετάζουν αυτή την εβδομάδα ένα νομοσχέδιο που κατέθεσε η υπουργός Εσωτερικών Πρίτι Πατέλ για τη μεταρρύθμιση του συστήματος παροχής ασύλου.
Η Πατέλ το έχει χαρακτηρίσει «δίκαιο αλλά αυστηρό», όμως οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων το επικρίνουν. Το νομοσχέδιο έχει στόχο να αποθαρρύνει την παράτυπη μετανάστευση και προβλέπει τη διαφορετική αντιμετώπιση των αιτούντων άσυλο με βάση αν έφτασαν στη Βρετανία νομίμως ή παρατύπως.
Στη διάρκεια της χθεσινής συζήτησης στη βουλή η πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι, η οποία έχει επίσης διατελέσει υπουργός Εσωτερικών, προειδοποίησε κατά της δημιουργίας κέντρων υποδοχής αιτούντων άσυλο εκτός Βρετανίας μέχρι να εξεταστεί το αίτημά τους. Η ίδια επεσήμανε ότι στη διάρκεια της θητείας της εξέτασε το ζήτημα και το απέρριψε για «πρακτικούς λόγους».
Το νομοσχέδιο προβλέπει επίσης την αύξηση σε τέσσερα χρόνια, από έξι μήνες που είναι τώρα, την ποινή φυλάκισης για τους μετανάστες που προσπαθούν να εισέλθουν παράτυπα στη Βρετανία και να αυξηθεί σε ισόβια –έναντι 14 ετών που είναι τώρα—η ανώτατη ποινή για τους διακινητές.